- βροντείο
- τομηχάνημα το οποίο στο αρχαίο θέατρο προκαλούσε ήχους βροντής και κεραυνού.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.